ΙΕ’ Λουκά

ΙΕ’ Λουκά

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΕ’ ΛΟΥΚΑ 

Βασιλείου Μουστάκη

Διδάκτορος Θεολογίας

ΠΡΩΤΑΘΛΗΤΗΣ της μετανοίας αποδείχτηκε, αγαπητοί αδελφοί, ο Ζακχαίος. Και δίκαια το ιερόΕυαγγέλιο έκανε αθάνατη τη μνήμη αυτού του ανθρώπου. Γιατί ο αρχιτελώνης της Ιεριχούς είναι μεγάλο πρότυπο για όλους τους αμαρτωλούς, που θέλουν να αλλάξουν πραγματικά και να γίνουν γνήσια παιδιά του Θεού. Είναι εκείνος που δεν περιορίζεται σε λόγια, αλλά προχωρεί αμέσως στα έργα της μετανοίας.

«Σταθείς δε είπε προς τον Κύριον· ιδού τα ήμιση των υπαρχόντων μου, Κύριε, δίδωμι τοις πτωχοίς, και ει τινός εσυκοφάντησα, αποδίδωμι τετραπλούν».

Ήταν πολύ αμαρτωλός ο άνθρωπος αυτός. Είχε νοικιάσει από τους Ρωμαίους τους φόρους στην Ιεριχώ και τους εισέπραττε από τους κατοίκους της σε πολύ με μεγαλύτερα ποσά. Και μ’ αυτή τη διαφορά, θησαύριζε.

Τώρα, λοιπόν, που μετανοεί, θέλει να αποκαταστήσει το δίκαιο που κατέλυσε, να αποδώσει, να γυρίσει πίσω τα χρήματα της ανομίας. Κι’ όχι μονάχα αυτό. Θέλει να γίνει τέλειος. Δηλώνει, λοιπόν, μπροστά στον Σωτήρα:

-Τα μισά απ’ όσα έχω, Κύριε, τα προσφέρω στους φτωχούς. Κι’ όποιο συμπολίτη μου αδίκησα, θα τον αποζημιώσω στο τετραπλάσιο.

Τι σημαίνει ζωή σύμφωνη με το άγιο θέλημα σου, το γνωρίζω πολύ καλά. Δεν θέλεις τίποτα άλλο τόσο πολύ, τόσο πρωταρχικά, όσο το να συμμορφώνονται οι ακόλουθοί σου με την εντολή της αγάπης. Γιατί είσαι η ίδια η αγάπη.

Είπες όποιος έχει δύο χιτώνες, να δώσει τον ένα στον αδελφό του που δεν έχει. Κάνω, λοιπόν, αυτό που εσύ πρόσταξες. Δίνω το μισό βίο μου στους πένητες κι’ αποδείχνω έτσι, ότι πραγματικά παράτησα το σκοτάδι και μπήκα στο φως σου. Ότι έγινα αληθινός μαθητής σου.

Ποιος άλλος από τον εραστή και μύστη της αγάπης μπορεί να είναι τόσο κοντά σου και τόσο μακριά από την αμαρτία; Ποια άλλη απόδειξη ότι μετανόησα, θα υπήρχε ποιο αδιάσειστη από την προσκόλληση μου στη μεγάλη σου εντολή, από τη βία μου να πραγματοποιήσω αυτή την εντολή;

Όποιος έρχεται σε σένα, παρατώντας τον Διάβολο, δεν κάνει τίποτα άλλο, Κύριε, παρά να πλησιάζει τον διπλανό του, ν’ αγαπά έμπρακτα τους αδελφούς του. Γι’ αυτό κι’ εγώ για τίποτε δεν μεριμνώ, για τίποτε δεν σπεύδω τόσο, τώρα που μ’ ελευθέρωσες από τον Αρχέκακο, παρά για να γίνω υπηρέτης της αγάπης.

«Ιδού , τα ήμισι των υπαρχόντων μου δίδωμι τοις πτωχοίς».

Καταλαβαίνω τώρα πόσο ανόητος ήμουν, όταν τους περιφρονούσα και δεν τους λογάριαζα. Αυτοί είναι οι ταμίες της βασιλείας σου κι’ όποιος τους παραδίνει χρήματα με την ελεημοσύνη, καταθέτει στην ουράνια τράπεζα σου. Δανείζει σε σένα και πρόκειται ν’ απολαύσει τόκους, που μπροστά τους τα κεφάλαιο δεν έχει την παραμικρή αξία.

Δεν θα μείνεις στην πόλη μας ούτε στο σπίτι μου για πολύ. Αλλά εγώ πάντα θα σε βλέπω, όπως τώρα, στο πρόσωπο των αδελφών σου αυτών των ελαχίστων και θα σε λατρεύω με την αγαθοεργία μου σ’ αυτούς.

«Ιδού, τα ήμισι των υπαρχόντων μου, Κύριε, δίδωμι τοις πτωχοίς». Τα δίνω έτσι σε σένα τον ίδιο, που σου πρόσφερα κι’ ολόκληρη την καρδιά μου. Διδάσκεις στους φίλους σου, για το πώς θέλεις να σε λατρεύουν και να σου αφιερώσουν την αφοσίωση τους. Πώς; Με το να συντρέχουν αυτούς που έχουν ανάγκη, να προστατεύουν τους αδυνάτους, να ψωμίζουντους νηστικούς, να ντύνουν τους γυμνούς. Μονάχα αν κάνουν έτσι θα βρουν πρόσωπο μπροστά στο φοβερό σου βήμα, κατά την ημέρα της Κρίσεως, και θα τους βάλεις στα δεξιά σου λέγοντας:

-Εφ’ όσον εποιήσατε ενί τούτων των αδελφών μου των ελαχίστων, εμοί εποιήσατε.(Εφ’ όσον ευεργετήσατε έναν απ’ αυτούς τους αδελφούς μου τους ελαχίστους, σε μένα τον ίδιο το κάματε).

-Πόσοι καλούς λογισμούς ξέρει, αγαπητοί αδελφοί, να κάνει ο Ζακχαίος! Πώς βρίσκει ότι χρειάζεται για να μη πάει χαμένη η μετάνοιά του!

Αλλά δεν σταματά ως εδώ. Υπάρχει και ένας άλλος λογαριασμός που πρέπει να κάμει. Προσθέτει, λοιπόν, μετά την πρώτη υπόσχεση, κι’ αυτή:

-Και εί τινός εσυκοφάντησα, αποδίδωμι τετραπλούν. (Κι’ αν αδίκησα κάποιον, θα του γυρίσω πίσω τα χρήματα του τετράδιπλα).

Πολλούς αδίκησα. Πολλούς απομύζησα. Από πολλούς αφήρεσα. Σ’ όλους, λοιπόν, αυτούς θα επιστρέψω τα χρήματα της ανομίας. Και δεν θα τα γυρίσω πίσω ακριβώς όπως τα είχα πάρει, αλλά αυξημένα στο τετραπλάσιο. Αυτός είναι ο τόκος, που καθορίζει η μετανοημένη ψυχή μου. Μεγάλο κακό έκαμα. Πιο καλό μου χρειάζεται να κάμω για να επανορθώσω εκείνο το κακό, ώστε να το σβήσω πια.

Δεν ξέρουμε, αγαπητοί αδελφοί, αν η περιουσία του αρχιτελώνη ήταν στο μέγιστο μέρος καμωμένη από αδικίες ή αν είχε αυξηθεί από αυτές. Ότι όμως κι’ από τα δύο να συνέβαινε, ο άνθρωπος αυτός θ’ απογυμνώνονταν από το βίο του με τέτοιες υποσχέσεις που έδωσε, θα έμενε φτωχός. Και θ’ απόδειχνε έτσι, ότι η μετάνοια του ήταν τόση και τέτοια, ώστε να τον φέρει μονομιάς στην τελειότητα. Γιατί με τέτοιες αποζημιώσεις που υποσχέθηκε και με τις αγαθοεργίες που προανήγγειλε, τι θα μπορούσε να του μείνει;

Δεν εφαρμόζει, λοιπόν, ο μακάριος απλώς την ηπιότερη εντολή της αγάπης, δεν υπακούει μονάχα στο «ο έχω δύο χιτώνας…», αλλά προχωρώντας πραγματοποιεί εκείνο που ο Κύριος σύστησε σ’ ένα άλλο πλούσιο:

«Εί θέλεις τέλειος είναι, πάντα όσα έχεις… διάδος». (Αν θέλεις να γίνεις τέλειος, μοίρασε όλα όσα έχεις).

Ιδού μετάνοια, αγαπητοί αδελφοί, μεγάλη κι’ ολόκληρη. Είναι η μετάνοια του Ζακχαίου. Η μετάνοια, αυτός ο αμαρτωλός, αλλά και προσφέρει πολύ περισσότερα, για να αλλάξει τον αμαρτωλό σε τέλειο άγιο.

Πηγή: Στα Ίχνη του Αρχιποίμενος, Εκδόσεις: Παρρησία.

Μετάβαση στο περιεχόμενο