Της Σαμαρείτιδος
Της Σαμαρείτιδος
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΣΑΜΑΡΕΙΤΙΔΟΣ
Bασιλείου Μουστάκη
Διδάκτορος Θεολογίας
ΤΟ ΝΕΡΟ, αγαπητοί αδελφοί, είναι η πιο πρόχειρη , η πιο απαραίτητη υλική ανάγκη. Τίποτε άλλο απ’ όσα χρειάζεται η σάρκα για να συντηρηθεί, τίποτε άλλο απ’ όσα θέλει το σώμα για να αναλάβει από τον κάματο και την εξάντληση, δεν είναι τόσο ποθητό, τόσο πρωταρχικό όπως το νερό.
Έτσι κι’ Σαμαρείτισσα, η γυναίκα που ήταν δοσμένη στις ηδονές του κόσμου τούτου, εκείνη με την μεσημεριάτικη ώρα, που κίνησε και πήγε με τον κουβά της στο πηγάδι του Ιακώβ, τίποτε άλλο δεν συλλογιζόταν και δεν είχε στο νου της από το δροσερό ύδωρ που θα αντλούσε. Αλλά, όταν πλησίασε, είδε πλάι, του πρόσκαιρου κι’ υλικού ξεδιψάσματος την πηγή του αιωνίου και πνευματικού ξεδιψάσματος. Είδε Εκείνον που είχε έλθει στη γη για να προσφέρει ένα άλλου είδους νερό, το νερό της παντοτινής αναψυχής, της αθανάτου ζωής. Το νερό, που όταν το πιεί μια φορά κανείς, ξεδιψά για πάντα.
Ήπιε, λοιπόν, απ’ αυτή την πηγή η Σαμαρείτισσα. Ξέχασε λοιπόν όλα τα θέλγητρα του κόσμου τούτου, όπου μάταια προσπαθούσε να δροσίσει την καιόμενη από την αμαρτία ψυχής της. Ξέχασε και το νερό που πήγαινε για να δροσισθεί μ’ αυτό σωματικά. «Άφησε, λοιπόν, – λέει ο Ιερός ευαγγελιστής-, το σταμνί της η γυναίκα και γύρισε στην πόλη και λέει στους ανθρώπους· ελάτε να δείτε ένα άνθρωπο που μου είπε όλα όσα έκανα. Μήπως αυτός είναι ο Χριστός;»
Ρωτούσε η αναγεννημένη αν ήταν ο Σωτήρ του κόσμου εκείνος που της είχε δώσει να πιεί το νερό της ζωής και της αθανασίας; Όχι. Αυτή πια τον πίστευε ολότελα, τον είχε καταλάβει ποιος ήταν, γιατί είχε γευθεί τη σωτηρία. Το ερώτημα της είχε άλλο νόημα. Ήταν ένα αποστολικό τέχνασμα., ήταν μια διακριτικότατη, ένα λεπτό μεταχείρισμα της ανθρώπινης αδυναμίας. Αντί να τους μεταδώσει η ίδια την διδασκαλία του Ιησού, τη διδασκαλία που είχε πέσει στην καρδιά της και την είχε αναστήσει όπως η βροχή στην πηγή, στον Χριστό. Και για να το πετύχει, χρησιμοποίησε ένα δόλωμα αρεστό στην ανθρώπινη αδυναμία. Τους ανέφερε μονάχα ότι εκείνος της είχε πει το αμάρτημα της, ότι δηλαδή είχε ζήσει με πέντε άνδρες, κι’ έτσι κεντρίζοντας τους την περιέργεια, τους έφερε κοντά στον Σωτήρα.
Τότε, λοιπόν, ότι είχε συμβεί στην ίδια, συνέβη και σ’ αυτούς. Άκουσαν τον Κύριο, ποτίστηκαν από τα ζωοποιά του νάματα κι’ αναγεννήθηκαν. Γι’ αυτό κι’ έλεγαν κατόπιν στην γυναίκα: «Ουκέτι δια την σην λαλιάν πιστεύομεν. Αυτοί γαρ ακηκόαμεν και οίδαμεν, ότι αυτός εστίν αληθώς ο σωτήρ του κόσμου, ο Χριστός».
Με εξαίσιο τρόπο, αγαπητοί αδελφοί, παριστάνει ο μεγαλονοφωνότατος Ησαΐας τα αποτελέσματα, που επρόκειτο να έχει στις ψυχές το πότισμα τους από την πηγή, που είναι ο Χριστός. Αποτείνεται ο προφήτης σε κάθε ψυχή και τις λέει: «Έλα να ευφρανθείς, διψασμένη έρημος, έλα να χαρείς και ν’ ανθοβολήσεις και να γεμίσεις από δένδρα».
Γιατί, διότι με τα μάτια του Χριστού, θα πάψεις να είσαι μια έρημος, θα βγάλεις τα λουλούδια των αγίων αποφάσεων και θα στολισθείς με το δάσος των καλών έργων.
Η Σαμαρείτισσα κι’ οι συντοπίτες της ήταν ψυχές αμαρτωλές κι’ ούτε ανήκαν στον διαλεχτό λαό. Όμως ο Κύριος τους προσφέρει το νερό της ζωής, τους ξεδιψά με τα λόγια του, τους πεσμένους, για τους παραπεταμένους, για τους αμαρτωλούς.
Το νερό που χαρίζει, προορίζεται για όλους κ’ όχι για λίγους. Είναι πολύτιμο, πανάκριβο. Η αξία του ξεπερνά άπειρα όλους τους θησαυρούς της γης. Αλλά το χαρίζει, το δίνει δωρεάν, καλεί τον καθένα να πιεί απ’ αυτό.
Και τώρα θα ρωτήσεις. Που μπορώ κι’ εγώ να βρω αυτό το νερό; Η Σαμαρείτισσα κι’ οι συντοπίτες της είχαν μπροστά τους τον ίδιο τον Κύριο. Εγώ, όμως, που να βρω την πηγή που εκείνοι βρήκαν; Η πηγή είναι μπροστά σου, όπως και σ’ εκείνους. Είναι το Ευαγγέλιο του Χριστού, όπου δεν θα δεις απλά λόγια, αλλά μέσα από αυτά τον ίδιο τον Κύριο. Άνοιξε, λοιπόν, το φράγμα των δισταγμών κι’ άφησε να περάσουν στην ψυχή σου αυτά τα λόγια, που είναι ο ίδιος ο Κύριος, που είναι τα νάματα της ζωής, που είναι το νερό του αιωνίου ξεδιψάσματος. Δέξου το νερό αυτό, όπως το δέχτηκαν η Σαμαρείτισσα κι’ οι άλλοι, που χάρη σ’ εκείνοι οδηγήθηκαν κοντά στον Χριστό.
Χτύπα αυτούς τους δισταγμούς, όπου η Ιουδίθ χτύπησε τον Ολοφέρνη, ώστε να φύγουν από την μέση και ν’ αφήσουν το νερό του Ευαγγελίου να σε ζωοποιήσει, όπως ζωοποιήθηκαν κατόπιν οι κάτοικοι της Βαιτυλούας από την πηγή που τους κρατούσαν οι Ασσύριοι.
Γιατί χωρίς να διωχθούν οι λογισμοί της αμφιβολίας και της ολιγοπιστίας, το Ευαγγέλιο δεν μπαίνει στην ψυχή, δεν την αρδεύει, δεν την αναζωογονεί. Για να ποιούμε αυτό το νερό, πρέπει πρώτα-πρώτα να μοιάσουμε της Σαμαρείτισσας και των συμπολιτών της, που δεν άκουσαν τον Ιησού με επιφυλακτικότητα, με διάθεση να του αντισταθούν. Αλλά τι έκαμαν; Του πρόσφεραν με ταπείνωση, με καλή προαίρεση, με προθυμία, με έτοιμη μετάνοια, το λαγήνι της ψυχής τους, για να το γεμίσει από την πηγή της σοφίας και της αγάπης του. Μ’ αυτόν, λοιπόν, τον τρόπο κι’ εσύ δέξου τα νάματα της ζωής από τον Κύριο .
Πηγή: Στα Ίχνη του Αρχιποίμενος, Εκδόσεις: Παρρησία.