Ζ’ Ματθαίου

Ζ’ Ματθαίου

ΚΥΡΙΑΚΗ Ζ’ ΜΑΤΘΑΙΟΥ 

Βασιλείου Μουστάκη
Διδάκτορος της Θεολογίας

ΠΑΛΙ ΣΤΗΝ ΚΑΠΕΡΝΑΟΥΜ, ΤΗΝ «την πόλη του», όπως την αποκαλεί επαινετικά το Ευαγγέλιο, έγινε και το θαύμα που εξιστορεί η σημερινή περικοπή, αγαπητοί αδελφοί. Εκεί που ο Χριστός είναι πολύ αγαπητός, εκεί και τα θαυμάσια του είναι πολλά, οι εκδηλώσεις της δυνάμεως του συχνές.

Καθώς βάδιζε, – διηγείται ο ιερός ευαγγελιστής – τον πήραν από πίσω δύο τυφλοί, φωνάζοντας και λέγοντας:

– Ελεησέ μας, υιέ του Δαβίδ!

Τον πήραν από πίσω, αν και τα μάτια τους δεν έβλεπαν, αν και περπατούσαν οι δύο αυτοί άνθρωποι στο σκοτάδι. Η πίστης ήταν ένα σχοινί που είχαν ρίξει πάνω στον Σωτήρα και, δεμένοι μ’ αυτό μπόρεσαν να τον ακολουθήσουν αλάθητα, πατώντας στα ίχνη των βημάτων του. Δεν τον ακολούθησαν, όμως σιωπηλοί. Του φώναζαν και του έλεγαν: «Ελέησέ μας!»

Μεγάλο το θαύμα που έκανε ο Ιησούς κατόπιν. Αλλά μεγάλη και θαυμαστή κι’ ή δική τους ακολουθία, που δεν ξεστράτισε μέσα στον ζόφο της αβλεψίας και δεν διακόπηκε μέσα στην σιωπή του Ιησού. Διότι σε όλο εκείνο το διάστημα, ο Υιός του Θεού δεν σταμάτησε, ούτε αποκρίθηκε στις επικλήσεις τους. Συνέχισε να βαδίζει, σύροντας τους από πίσω του και δοκιμάζοντας έτσι κατά πόσο ήταν γερό το σχοινί που τους τραβούσε και που δεν ήταν άλλο παρά η πίστης τους.

Έτσι έφθασε ο Ιησούς στο σπίτι που θα φιλοξενούσαν. Και να, σε λίγο, βρίσκονται μπροστά του. Τώρα πλέον που είναι ακίνητος, οι δύο αυτοί δρομείς της πίστεως, οι δύο αυτοί τυφλοί που μπόρεσαν να μην χάσουν τον προσανατολισμό τους και δεν στέρεψαν οι φωνές τους μέσα στη σιωπή του Κυρίου. Τότε τους λέγει ο Κύριος:

– Πιστεύετε, ότι μπορώ να σας το κάμω αυτό;

Δεν τους ρωτά για τον εαυτό του, αλλά για τους παρευρισκομένους, για τους άλλους, που θα έπρεπε να διαπιστώσουν, ποια ήταν η βάσις εκείνη, πάνω στην οποία έμελλε να κάμει το θαύμα του σε λίγο.

Του απαντούν αδίστακτα, αυθόρμητα, σταθερά:

– Ναι, Κύριε.

Τότε εκείνος τους άγγιξε με τα δάκτυλα του τα μάτια, λέγοντας:

– Ας γίνει σε εσάς σύμφωνα με την πίστη σας.

Όχι απλώς σύμφωνα με την αγάπη και την παντοδυναμία μου, που όλα τα κατορθώνουν. Αλλά σύμφωνα και με την πίστη την δικιά σας. Γιατί αυτή βραβεύω, σ’ αυτήν αποκρίνομαι, σ’ αυτήν στηρίζω το θαύμα μου.

Κι’ άνοιξαν τα μάτια τους, Κι’ ευθύς ο Ιησούς τους σύστησε έντονα:

– Κοιτάξτε, να μη μαθευτεί αυτό που έγινε.

Δεν κάνω τα θαύματα μου, για να προκαλέσω εντύπωση. Δεν είναι τίποτε το θαύμα μπροστά στο μυστικό γεγονός της ενώσεως των ψυχών μαζί σου. Δεν θα έλθουν κοντά μου οι ψυχές επειδή κάνω σημεία και τέρατα, αλλά επειδή θ’ αγαπήσουν τον νόμο μου και θα ποθήσουν την αναγέννηση. Τα θαύμα δεν σώζουν μόνα τους όσους τα βλέπουν. Δεν είναι αιτία της σωτηρίας. Λοιπόν, κοιτάξτε να μη το μάθει αυτό κανείς, να μη διαλαλήσετε τι σας συνέβη.

Τώρα βλέπετε. Προσπαθήστε, όμως να δείτε και πνευματικά, γιατί δεν είμαι μονάχα εκείνος που έφτιαξε το κτιστό φως του κόσμου αυτού. Είμαι κι’ ο ίδιος φως του κόσμου, φως άκτιστο, φως πνευματικό. Δεν σας άνοιξα μόνο τα σωματικά μάτια. Αλλά σας ανοίγω και τα μάτια της ψυχής στο φως της αληθείας μου, στο φως του αγίου θελήματος. Κοιτάξτε, λοιπόν, κι’ δείτε την εντολή μου αυτή: δεν είναι ανάγκη να σαλπίσετε την ευεργεσία που σας έκαμα. Είναι περιττό να δείξετε το όστρακο, που είναι το θαύμα του ανοίγματος των σωματικών σας οφθαλμών, εφ’ όσον ο κόσμος δεν θα μπορέσει να δει το μαργαριτάρι του εσωτερικού εκείνου θαύματος, του πιο μεγάλου κι’ απείρως θαυμαστού, που είναι το άνοιγμα των ψυχικών σας οφθαλμών.

Αλλά εκείνοι συμπεριφέρθηκαν έτσι, ώστε φάνηκε ότι δεν υπάκουσαν στη σύσταση του.

Μήπως γιατί δεν έβλεπαν καθαρά πνευματικώς, όσο έβλεπαν υλικός, κι’ έτσι δεν διέκριναν την αξία της εντολής του; Όχι, αλλά είδαν τόσο καθαρά, ώστε αντίκρισαν κι’ ότι υπήρχε πίσω από την εντολή εκείνη.

Κι’ έτσι, αφού βγήκαν από το σπίτι – καταλήγει ο ιερός ευαγγελιστής-, τον διαφήμισαν σε όλη εκείνη τη γη. Τον διαφήμισαν. Αυτόν κι’ όχι ειδικά το θαύμα του εκείνο το υλικό. Αυτόν ως φωστήρα των ψυχών κι’ όχι απλώς ως δωρητή του υλικού φωτός. Αυτόν ως ήλιο της δικαιοσύνης κι’ όχι μονάχα ως δότη της υλικής οράσεως. Τον διαφήμισαν, τον κήρυξαν, τον σάλπισαν στις ψυχές. Δεν παρέβησαν, λοιπόν, τη σύσταση του, δεν απείθησαν στην εντολή του. Αλλά έκαμαν κάτι, που απέδειξε ότι είχαν ξανά ανοίξει όχι μόνο τα σωματικά, αλλά και  τα πνευματικά. Ο Ιησούς τους προειδοποίησε και τους προφύλαξε, για να μη κάνουν ένα άχρηστο κι’ όχι σωστό κήρυγμα. Ποιο θα ήταν αυτό; Να τον παρουσιάσουν απλώς ως εκείνον που τους άνοιξε τους οφθαλμούς του σώματος. Αυτοί, λοιπόν, δεν περιορίστηκαν στο σφάλμα, από το οποίο ο Ιησούς τους προφύλαξε, αλλά κι’ έκαμαν το σωστό. Ζήτησαν να μεταδώσουν ένα φως πολυτιμότερο από το υλικό. Το φως που μαζί με το υλικό πήραν από τον Ιησού, το φως της αληθείας ότι ο Ιησούς είναι ο Σωτήρ του κόσμου.

Πηγή: Στα Ίχνη του Αρχιποίμενος, Εκδόσεις: Παρρησία.

Μετάβαση στο περιεχόμενο